Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianoimperversàre
verbo transitivo e intransitivo Pronuncia I.P.A.: [imperverˈsare] 1 στηλιτεύω 2 καταφέρομαι με βία 3 μαίνομαι 4 καταφέρομαι 5 φωνάζω μανιωδώς 6 κινούμαι καταιγιστικά 7 απαιτώ άγρια 8 φρενιάζω 9 εξοργίζομαι 10 θυμώνω 11 οργίζομαι 12 λυσσώ 13 λυσσομανώ 14 λυσσιάζω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |