Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianoimmùne
aggettivo Pronuncia I.P.A.: [imˈmune] 1 αδέσμευτος 2 ελεύθερος 3 ασύδοτος 4 δυσπρόσβλητος 5 απρόσβλητος 6 απαλλαγμένος 7 δημιουργών ή έχων αντισώματα 8 προστατευμένος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |