ItalianoGreco


imbastìre  
verbo transitivo

Pronuncia I.P.A.: [imbasˈtire]

1 τρυπώνω
2 τοποθετώ το πλαίσιο
3 ακολουθώ τα ίχνη σχεδίου
4 περιγράφω χοντρικά
5 σκιαγραφώ
6 συγκρατώ προσωρινά με ράψιμο
7 γαζώνω
8 σχεδιάζω χοντρικά ή με γενικές γραμμές

permalink
Hai problemi con i font greci? CLICCA QUI




Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---