Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianogoderéccio
aggettivo Pronuncia I.P.A.: [godeˈretʧo] 1 χαρμόσυνος 2 ευχάριστος 3 ευφραντικός 4 ηδονικός 5 θελξικάρδιος 6 διασκεδαστικός 7 γλεντοκόπος 8 γλεντζές 9 ευφρόσυνος 10 τερπνός 11 απολαυστικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |