Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianoformàbile
aggettivo Pronuncia I.P.A.: [forˈmabile] 1 εύπλαστος 2 μαλακός 3 διαμορφώσιμος 4 ικανός να αποτυπωθεί 5 που μπορεί να μορφοποιηθεί 6 ικανός να καλουπωθεί permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |