Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianofestànte
aggettivo Pronuncia I.P.A.: [fesˈtante] 1 πασίχαρος 2 ευτυχισμένος 3 γελαστός 4 χαρμόσυνος 5 περιχαρής 6 καταχαρούμενος 7 ενθουσιώδης 8 εορτάσιμος 9 γιορταστικός 10 εορτάζων 11 εύθυμος 12 χαρούμενος 13 σκολιανός 14 πανηγυρικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |