Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianoespàndere
verbo transitivo Pronuncia I.P.A.: [esˈpandere] 1 επεκτείνω 2 μεγαλώνω 3 διαστέλλω 4 αυξάνω 5 απλώνω 6 εκτείνω 7 εξαπλώνω espandersi verbo pronominale* Pronuncia I.P.A.: [esˈpandersi] 1 αναπτύσσομαι 2 ογκώνομαι 3 επεκτείνομαι 4 ογκούμαι 5 αυξάνω 6 απλώνομαι 7 διαστέλλομαι 8 μεγαλώνω 9 μεγεθύνομαι 10 εξαπλώνομαι 11 εκτείνομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |