Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianoesasperànte
aggettivo Pronuncia I.P.A.: [ezaspeˈrante] 1 εξοργιστικός 2 παροργιστικός 3 παροξυντικός 4 σκανδαλιστικός 5 προκλητικός 6 διεγερτικός 7 ερεθιστικός 8 εκνευριστικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |