Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianoeccedènza
sostantivo femminile Pronuncia I.P.A.: [etʧeˈdɛntsa] 1 περίσσευμα 2 υπερβολικό φορτίο 3 ανατροπή ισορροπίας 4 περίσσεια 5 πλεόνασμα ισολογισμού 6 πλεόνασμα 7 υπερτίμηση 8 υπερβολική επιβάρυνση 9 παραγέμισμα 10 υπέρβαρο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |