Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianodivulgàre
verbo transitivo Pronuncia I.P.A.: [divulˈgare] 1 εκλαὶκεύω 2 εκπέμπω σήμα ραδιοφωνικό ή τηλεοπτικό 3 διαδίδω 4 αποκαλύπτω 5 κοινολογώ 6 εκχυδαΐζω 7 γνωστοποιώ ευρέως divulgarsi verbo pronominale* Pronuncia I.P.A.: [divulˈgarsi] 1 διαδίδομαι 2 διασπείρομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |