ItalianoGreco


dislivèllo  
sostantivo maschile

Pronuncia I.P.A.: [dizliˈvɛllo]

1 διαφορά βάθους
2 ανισότητα
3 διαφορά ύψους
4 διαφορά στάθμης
5 διαφορά επιπέδου

permalink
Hai problemi con i font greci? CLICCA QUI




Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---