ItalianoGreco


diafonìa  
sostantivo femminile

Pronuncia I.P.A.: [diafoˈnia]

1 ομάδα ήχων αποτελούμενη από όλα τα μεταβλητά δυνατά φωνήματα των προφορών μιας γλώσσας
2 διασταύρωση επιχειρημάτων
3 διαφωνία
4 ανεπιθύμητη παρεμβολή

permalink
Hai problemi con i font greci? CLICCA QUI




Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---