ItalianoGreco


compùnto  
aggettivo

Pronuncia I.P.A.: [komˈpunto]

1 συντετριμμένος τη καρδία
2 άθλιος
3 υποκριτικά μετανοών
4 λυπημένος και μετανοιωμένος
5 μετανοημένος
6 μετανοιωμένος
7 περίλυπος
8 που τύπτεται από την συνείδησή του

permalink
Hai problemi con i font greci? CLICCA QUI




Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---