Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianocaratteriàle
aggettivo Pronuncia I.P.A.: [karatteˈrjale] 1 ο της προσωπικότητας 2 που υποφέρει στην προσαρμογή της συμπεριφοράς του 3 ο του χαρακτήρα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |