Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianobracciàle
sostantivo maschile Pronuncia I.P.A.: [bratˈʧale] 1 κόσμημα για το μπράτσο 2 ανέκφραστος φρουρός 3 βραχιόλι 4 ταινία του μπράτσου 5 περιβραχιόνιο 6 μπράτσο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |