Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianobeccàre
verbo transitivo e intransitivo Pronuncia I.P.A.: [bekˈkare] 1 αρπάζω 2 παίρνω 3 πιάνω 4 γιουχάρω 5 σφυρίζω αποδοκιμαστικά 6 δαγκώνω με μικρές μπουκιές 7 ραμφίζω 8 πιλατεύω 9 τσιμπώ (για πουλί) 10 αφαιρώ κομμάτι-κομμάτι 11 τσιμπολογώ beccàrsi v. pronominale transitivo e intransitivo Pronuncia I.P.A.: [bekˈkarsi] 1 τσιμπιέμαι 2 κλέβω 3 λογομαχώ 4 καβγαδίζω άσκοπα 5 τσιμπολογώ 6 τσιμπώ 7 βουτώ 8 παίρνω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |