Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianoarruffàre
verbo transitivo Pronuncia I.P.A.: [arrufˈfare] 1 αναστατώνω 2 συγχύζω 3 μπλέκω 4 περιπλέκω 5 μπερδεύω 6 ανακατώνω 7 ανακατεύω arruffarsi verbo pronominale* Pronuncia I.P.A.: [arrufˈfarsi] 1 μπλέκομαι 2 ανακατώνομαι 3 συγχύζομαι 4 ξεμαλλιάζομαι 5 αναμαλλιάζομαι 6 μπερδεύομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |