Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianoapplicazióne
sostantivo femminile Pronuncia I.P.A.: [applikatˈtsjone] 1 επίστρωμα 2 επικάλυμμα 3 διακόσμηση 4 επίθεση 5 κάλυμμα 6 επικάλυψη 7 συγκέντρωση 8 αίτηση 9 εφαρμογή 10 εναπόθεση 11 επιβολή 12 προσήλωση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |