Italiano - Greco moderno
Vai al dizionario greco-italianoaccèdere
verbo intransitivo Pronuncia I.P.A.: [atˈʧɛdere] 1 κοντεύω 2 έρχομαι πιο κοντά 3 σιμώνω 4 συναινώ 5 προσέρχομαι 6 φτάνω 7 προσχωρώ 8 εισέρχομαι 9 πλησιάζω 10 συμφωνώ 11 μπαίνω 12 συγκατατίθεμαι 13 προσδέχομαι 14 παραδέχομαι 15 ζυγώνω 16 στέργω 17 συγκατανεύω 18 δέχομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |