Greco moderno - Italiano
Vai al dizionario italiano-grecoεπικίνδυνος
aggettivo pericoloso επικίνδυνo ταξίδι → viaggio pericoloso | επικίνδυνo παιχνίδι → gioco pericoloso | είναι επικίνδυνο να oδηγείς στην oμίχλη → è pericoloso guidare con la nebbia επικινδυνότατος aggettivo superlativo di επικίνδυνος επικινδυνότερος aggettivo comparativo di επικίνδυνος permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |